Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
οχταετία — η βλ. οκταετία … Dictionary of Greek
οκταετία — και οχταετία, η (Α ὀκταετία και ὀκτωετία) [οκταετής] περίοδος οκτώ ετών, χρονικό διάστημα οκτώ ετών, αλλ. οκταετηρίδα … Dictionary of Greek